Η πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες απειλείται ευθέως, προειδοποιεί το PhARMA Innovation Forum (PIF), που εκπροσωπεί 29 διεθνείς φαρμακευτικές εταιρείες, με αφορμή τα επίσημα στοιχεία της Εθνικής Κεντρικής Αρχής Προμηθειών Υγείας (ΕΚΑΠΥ).
Σύμφωνα με την ΕΚΑΠΥ, το 2023 οι υποχρεωτικές επιστροφές (clawback και rebate) που καλούνται να καταβάλλουν οι βιοφαρμακευτικές εταιρείες, για τα φάρμακα που διαθέτουν στα δημόσια νοσοκομεία με τιμή μεγαλύτερη των 30 ευρώ, ανέρχονται στο 79%. Αυτό σημαίνει, κατά το φόρουμ, ότι η δημόσια χρηματοδότηση επαρκεί για να εξασφαλίσει την πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες μόνο μέχρι τις 17 Μαρτίου κάθε έτους. Για τις υπόλοιπες 288 ημέρες του έτους, μεταθέτει ένα δυσανάλογο βάρος στο βιοφαρμακευτικό κλάδο, υπονομεύοντας πλέον ευθέως τη συνέχιση της επιχειρηματικής δραστηριότητας των εταιρειών στην Ελλάδα. Μάλιστα, το PIF κάνει λόγο για εκτροχιασμό της φαρμακευτικής πολιτικής, που υποβαθμίζει τη χώρα ως προς την έγκαιρη εισαγωγή και διάθεση νέων καινοτόμων θεραπειών και καθιστά ορατό τον κίνδυνο απόσυρσης φαρμάκων που κυκλοφορούν ήδη στην ελληνική αγορά.
«Αυτή η κατάσταση δημιουργεί συνθήκες αβεβαιότητας για τους ασθενείς, που δεν γνωρίζουν αν και πότε θα έχουν πρόσβαση σε νέες θεραπείες που θα μπορούσαν να σώσουν τη ζωή τους ή να βελτιώσουν την υγείας τους. Επιπλέον, η αδυναμία του συστήματος να εξασφαλίσει επαρκή χρηματοδότηση αυξάνει τον κίνδυνο απόσυρσης φαρμάκων από την ελληνική αγορά, στερώντας από τους ασθενείς τη δυνατότητα να λαμβάνουν τις ίδιες θεραπείες που είναι διαθέσιμες σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες» προσθέτει το PhARMA Innovation.
Ανησυχητικά τα στοιχεία και για το 2024
Ο υπουργός Υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης δήλωσε πρόσφατα στην εκδήλωση «Brainstorm Health Summit», ότι οι εκτιμήσεις για το 2024 δείχνουν έναν μέσο όρο στο νοσοκομειακό clawback κοντά στο 63-65%, με ανώτερο όριο το 74% σε κάποιες κατηγορίες. Σε κάθε περίπτωση το clawback ακολουθεί πτωτική τάση σε σχέση με το 2023, τόνισε.
Ωστόσο, το PhARMA Innovation Forum δεν συμμερίζεται την αισιοδοξία: «Παρά τις διαβεβαιώσεις του υπουργείου Υγείας, τα διαθέσιμα στοιχεία για το 2024 είναι εξίσου ανησυχητικά. Είναι απολύτως σαφές ότι η σημερινή κατάσταση είναι μη βιώσιμη για τις εταιρείες του κλάδου, καθώς διατηρούνται οι υποχρεωτικές επιστροφές σε επίπεδα άνω του 70%, ενώ η προβλεπόμενη αύξηση της δαπάνης στο κανάλι των φαρμακείων του ΕΟΠΥΥ φαίνεται ότι θα υπερβεί σημαντικά το 8,5% που έχει ανακοινωθεί από την κυβέρνηση, επιδεινώνοντας ακόμα περισσότερο την κατάσταση».
H υποχρηματοδότηση των καινοτόμων θεραπειών για σοβαρές χρόνιες παθήσεις και η υπέρογκη οικονομική επιβάρυνση των βιοφαρμακευτικών εταιρειών μέσω των υποχρεωτικών εκπτώσεων, όπως το clawback, θέτουν σε κίνδυνο τη διαθεσιμότητα αυτών των φαρμάκων, προειδοποιεί το PIF. Οι τελευταίες δε εξελίξεις «καθιστούν επιτακτική όσο ποτέ την ανάγκη για μια βιώσιμη, δίκαιη και προβλέψιμη πολιτική φαρμάκου που θα εξασφαλίζει ότι κανένας δε θα στερηθεί τη θεραπεία που χρειάζεται».
Αναφορικά με τη συζήτηση που έχει ξεκινήσει μεταξύ φαρμακοβιομηχανίας – Πολιτείας για ένα τριετές σύμφωνο συνεργασίας, το PIF τονίζει ότι χρειάζονται «συγκεκριμένες δεσμεύσεις, χρονοδιάγραμμα και σαφής προϋπολογισμός που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες υγείας του πληθυσμού. Μόνο έτσι μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι κάθε ασθενής στην Ελλάδα θα έχει πρόσβαση στις καινοτόμες θεραπείες του σήμερα και του αύριο, χωρίς αβεβαιότητα, καθυστερήσεις και διακρίσεις».
Η καινοτομία στη βελτίωση των υγειονομικών αποτελεσμάτων
Η πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες δεν είναι μόνο ζήτημα υγείας, αλλά και κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης, τονίστηκε στην ίδια εκδήλωση, προ ημερών. Εκτός από τον υπουργό Υγείας, συμμετείχαν και εκπρόσωποι φαρμακευτικών εταιρειών. Τα καινοτόμα φάρμακα βρέθηκαν ξανά στο επίκεντρο, με την Διευθύνουσα Σύμβουλο της Roche Hellas, Kavita Patel, να ζητά την διαμόρφωση ενός σταθερού, δίκαιου και διαφανούς επιχειρηματικού περιβάλλοντος, με επαρκή και ορθά κατανεμημένη χρηματοδότηση της υγείας, ένα αποτελεσματικό πλαίσιο αξιολόγησης και αποζημίωσης νέων φαρμάκων το οποίο θα βασίζεται στην αξία που προσφέρουν και θα εξαλείφει εμπόδια όπως ο «κανόνας 5/11», ο οποίος απαιτεί την αποζημίωση ενός νέου φαρμάκου σε τουλάχιστον πέντε από 11 συγκεκριμένες χώρες της Ε.Ε. πριν εξεταστεί το ενδεχόμενο έγκρισης στην Ελλάδα). Επίσης, ζήτησε παροχή κινήτρων τόσο για επενδύσεις στην Έρευνα & Ανάπτυξη (R&D), όσο και για περισσότερες συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, που θα ενισχύσουν τη θέση της Ελλάδας ως κέντρου καινοτομίας στον τομέα της υγείας.
Ως προς τις συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, η κυρία Patel έφερε ως παράδειγμα το πρόγραμμα “ΟΙΚΟΘΕΝ”, μια πρωτοβουλία κατ’ οίκον θεραπείας για ογκολογικούς ασθενείς που ξεκίνησε από το Ογκολογικό Νοσοκομείο Άγιος Σάββας, υποστηρίχθηκε από τη Roche Hellas, και έχει επεκταθεί και σε άλλα νοσοκομεία, καθώς και σε άτομα που πάσχουν από πολλαπλή σκλήρυνση.
Αναφερόμενη, τέλος, στο πεδίο των κλινικών μελετών, επεσήμανε ότι εφόσον δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες, η Ελλάδα θα έχει τη δυνατότητα να προσελκύσει περισσότερες επενδύσεις στον τομέα, προσφέροντας αξία για τους ασθενείς, τους επαγγελματίες υγείας και την κοινωνία γενικότερα. Για να καταστεί η Ελλάδα ελκυστική για τέτοιου είδους επενδύσεις, είναι απαραίτητο να επιταχυνθούν οι διαδικασίες και τα χρονοδιαγράμματα διεξαγωγής κλινικών μελετών, αλλά και να ενισχυθούν τα κίνητρα που παρέχονται σε εταιρείες που επενδύουν σε αυτές, όπως ο συμψηφισμός του clawback με τις επενδύσεις για κλινικές μελέτες, που δημιουργεί ακόμη έναν θελκτικό παράγοντα για τη δραστηριοποίηση των εταιρειών στην Ελλάδα.
Πηγή: www.cnn.gr